top of page

Ποιοι οι αποτελούντες τ’ οργισμένο πλήθος, που με καταδίκαζε κι’ εμένα;

  • Writer: Mara Hondrokouki
    Mara Hondrokouki
  • Apr 25
  • 3 min read
Στο αυτοβιογραφικό του κείμενο (Νίκος Εγγονόπουλος, Σημειώσεις, στο Ποιήματα Α΄, Ίκαρος, Αθήνα 1977), ο Εγγονόπουλος «μιλάει» για την ποίηση και τη ζωγραφική, και αναφέρεται λεπτομερώς σε μελανά (όπως τα παρακάτω) και  φωτεινά σημεία της πορείας του, αλλά και σε πρόσωπα που τον σημάδεψαν.

«Ήδη είχαμε προανακρούσματα από την κυκλοφορία του περιοδικού. Αλλά, εμ την εμφάνιση του βιβλίου, το «σκάνδαλο» το εκσπάσαν υπερέβαινε όχι μόνο κάθε τι το ανάλογο που είχε ποτέ φανερωθή στα ελληνικά γράμματα, αλλά και τις προβλέψεις της πιο τολμηρής φαντασίας. Αστραπιαίως έλαβε τέτοιαν ένταση και τέτοιες διαστάσεις, που κι’ ο ίδιος ο «ανάδοχός» μου, ο Μελαχρινός, τα έχασε. Αυτός, όπου με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να πούμε ότι του έλειψε ποτέ η λεβεντιά. Δεν ανήγγειλε την έκδοση ούτε, ποτέ, περιέλαβε το βιβλίο στους καταλόγους των εκδόσεων του «Κύκλου», που δημοσίευε τακτικά, πίσω, στο εξώφυλλο του περιοδικού.
Το δημιουργηθέν σκάνδαλο κι’ η επακολουθήσασα κατακραυγή εναντίον μου δεν μπορώ να πω πως δεν με έθιξαν, βαθύτατα. Η βίαιη κακομεταχείρισις σαν υποδοχή μιας γνήσιας προσφοράς είναι, το λιγώτερο, σκληρά άδικη. Περιοδικά, εφημερίδες, le premier chien coiffe venu, παρωδούσαν και αναδημοσίευαν, κοροϊδευτικά, τα ποιήματά μου. Μια δε εφημερίδα από τις μεγάλες, δεν θυμούμαι τώρα ποια, αυθαδέστατα, ποδοπατώντας κάθε ιδέα πνευματικής, τέλος πάντων, ιδιοκτησίας, αναδημοσίευσε, σε μια ή δυό συνέχειες…ολόκληρο το βιβλίο! Συνοδεία, πάντοτε, χλευαστικών και κακεντρεχών, όσο κι’ επιπόλαιων, σχολίων.
Ποτέ δεν μ’ ενδιέφεραν η φήμη, η δόξα. Μόνος πόθος μου: να περνώ πάντα απαρατήρητος, αν δεν το μπορούσα ευχάριστος, ανάμεσα στους συγκαιρινούς μου «συνοδίτας». Κι’ όμως άκουσα κι’ αυτή την κουβέντα, που εξετόξευσε, δεν ξέρω πια σε τι φύλλο, αγανακτισμένος «φιλολογικός» του συνεργάτης: «Εγγονόπουλε, πάψε πια να βασανίζεσαι και να μας βασανίζης!»
Αν η ζωή μου είναι αφιερωμένη στη ζωγραφική και στην ποίηση, είναι γιατί η ζωγραφική και η ποίησις με παρηγορούν και με διασκεδάζουν. Έτσι και τότε, παρ’ όλη την απογοήτευση μου, εξακολουθούσα ανελλιπώς να ζωγραφίζω, «να γράφω» (σημ.Εγγονόπουλου: Τα ποιήματα τα ζει κανείς, δεν τα «γράφει») ποιήματα. Κι’ όταν, μεσούντος του 1939, ο μακαρίτης Τάσος Βακαλόπουλος, Ναυπλιεύς, μου πρότεινε να μου δημοσιεύση συλλογή, του παρέδωσα τα ποιήματα των «Κλειδοκυμβάλων της Σιωπής», που κυκλοφόρησαν στο τέλος της ίδιας χρονιάς.
Εδώ πρέπει να πω πως, αν δεν εδαπάνησα ποτέ τίποτα για τη δημοσίευση των ποιημάτων μου, δεν απεκόμισα και ποτέ κανένα απολύτως υλικό όφελος απ’ αυτά.
Με τις ίδιες, αν όχι κι’ εντονώτερες αντιδράσεις, υπεδέχθησαν, τη νέα μου συλλογή, οι «πνευματικοί» κύκλοι των συμπολιτών. Γεγονός άξιο να εξαρθή όλως ιδιαίτερα, αν ληφθή υπ’ όψη ότι οι καιροί, τώρα, ήσαν μάλλον δύσκολοι: στη Δύση ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ήδη αρχινισμένος, και, στον αττικό ορίζοντα, είχαν μαζευτεί απελπιστικά μαύρα σύννεφα, που μηνούσαν πολύ προσεγγίζουσες συμφορές.
Τώρα, ποιοι οι αποτελούντες τ’ οργισμένο πλήθος, που με καταδίκαζε κι’ εμένα; Οι αιώνιοι, οι γνωστοί, οι συνηθισμένοι. Πριν απ’ όλα οι αδιάφοροι, που οι συνήθεις ασχολίες τους είναι τελείως άλλες και για τους οποίους: πνεύμα, ποίησις, τέχνες, είναι άφραγο χωράφι, όπου πιστεύουν ότι δικαιούνται να μπαίνουν ως το κρίνει το κέφι τους, ν’ ανοηταίνουν, να «σπαν πλάκα» κατά το δη λεγόμενο. Μάλιστα όταν βρεθούν και καλοθελητές να τους εμπνεύσουν και ναν τους κάμουν την αρχή!…Γιατί από μόνοι τους δεν θα «επεσήμαιναν» τα αξιοκατάκριτα, τ’ αξιογέλαστα: δε θα μπορούσαν, ίσως και δεν θα τολμούσαν (σημ, Εγγονόπουλου: Άλλωστε, γι’ αυτούς κάθε τι που δεν έχει άμεση ωφελιμότητα είναι, κατ’ αρχήν, ασυζήτητα «γελοίο»). Ύστερα οι «νερόβραστοι» (σημ. Εγγονόπουλου: Το μεταχειρίζομαι αντί του «ερασιτέχναι» γιατί, τι σχέση μπορεί να ’χη μ’ αυτούς η ωραία λέξη που περιέχει τον έρωτα!), αυτοί που πιθανόν να έχουν κάποιο μικρό ενδιαφέρον για μιαν ελάχιστη περιοχή της τέχνης και που, μέσ’ στην άγνοια και την αμάθειά τους, την ημιμάθειά τους έστω, παίρνουν κι’ αυτοί το δικαίωμα να επιτίθενται και να βρίζουν μ’ όσους διαφωνούν. Έπειτα οι καθαρώς κακοί, που απονέμουν εις εαυτούς, έτσι, το δικαίωμα να βλάπτουν τους συνανθρώπους με κάθε πρόφαση. Αλήθεια, οι αναγνωρίζοντες εις εαυτούς δικαιώματα δεν αξίζουν και πολλά πράγματα: ο πραγματικά πνευματικός άνθρωπος καθήκοντα, και μόνο, παραδέχεται κι’ αναγνωρίζει στον εαυτό του.
Η εχθρότης και τα «rires jaunes» διατηρούνταν ακόμη αναλλοίωτα, και διετηρήθησαν μέχρι την εποχή του «Μπολιβάρ». Το ποίημα άρεσε στην τότε νεολαία και, σιγά – σιγά, η κατάσταση άρχισε να μαλακώνη. Ίσαμε το σημείο να μου απονεμηθή, το 1958, από το Υπουργείο Παιδείας, το «Α’ βραβείο ποιήσεως» για την εκδοθείσα τον προηγούμενο χρόνο συλλογή μου, αλλά και «δια την προτέραν ποιητικήν προσφοράν» μου. Είναι η μόνη τιμή που μου έγινε ποτέ από το επίσημο κράτος.»

Δειτε ολόκληρο το κείμενο εδώ

Comments


Top Stories

0.png

Το Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού οργανώνει την Ημερίδα
"Η Ψηφιακή
Αρχειοθέτηση ως Μέσο Διάσωσης, Έμπνευσης και Διάδοσης του Πολιτιστικού Αποτυπώματος: Το Αρχείο Νίκου Εγγονόπουλου"

την Δευτέρα 5 Μαΐου 2025, 10:00 -19:00, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αμφιθέατρο Σάκη
Καράγιωργα ΙΙ.

Στην Ημερίδα θα παρουσιαστούν τα ευρήματα του Έργου 6059 ArchΑrt «Αρχείο Νίκου
Εγγονόπουλου: ψηφιοποίηση, τεκμηρίωση και δημοσιοποίηση», που υλοποιήθηκε με
χρηματοδότηση του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) και την
επιστημονική ευθύνη της Καθηγήτριας Ελισάβετ Αρσενίου.

Η εκδήλωση είναι ανοιχτή στο κοινό.
Δυνατότητα απομακρυσμένης παρακολούθησης μέσω Teams

bottom of page